Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τρίτη, 09 Σεπτεμβρίου 2014 16:21

ΤΕΙ Ηπείρου: «Η Πολιτεία οφείλει να ενισχύσει το ΤΕΙ σε εκπαιδευτικό προσωπικό ως επιβράβευση του έργου του»

Με αφορμή πρόσφατα δημοσιεύματα αθηναϊκών εφημερίδων, τα οποία στη συνέχεια αναπαρήχθησαν από πλήθος εντύπων και ηλεκτρονικών ενημερωτικών ιστοσελίδων, σχετικά με την «ωρίμανση» σκέψεων από πλευράς του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για εφαρμογή νέου σχεδίου «Αθηνά» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με καταργήσεις Τμημάτων, στα οποία συμπεριλαμβάνουν και τα Τμήματα Λογοθεραπείας, Νοσηλευτικής, Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής και Προσχολικής Αγωγής που λειτουργούν στο ΤΕΙ Ηπείρου, η διοίκηση του Ιδρύματος επισημαίνει:

«Οι όποιες σκέψεις για επανασχεδιασμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σε μια χώρα που μαστίζεται από την ύφεση και την ανεργία των νέων επιστημόνων, θα πρέπει πρωτίστως να λαμβάνουν υπόψη τους το συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας, αποβλέποντας στην ενίσχυση των κλάδων και των ειδικοτήτων εκείνων που μπορούν αποδεδειγμένα να επιταχύνουν το βηματισμό μας προς την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης και παραβλέποντας κατεστημένες λογικές και κοντόφθαλμα μικροπολιτικά συμφέροντα.

Είναι γνωστό ότι τα ΤΕΙ της χώρας, από την ίδρυσή τους, είναι και παραμένουν υποστελεχωμένα, ιδιαίτερα σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, και το ΤΕΙ Ηπείρου δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα. Χαρακτηριστικά, η διαπίστωση αυτή καταγράφεται και στο προοίμιο της έκθεσης του φορέα που ανέλαβε την αξιολόγηση των Οργανισμών των ΑΕΙ και κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων μόλις τον προηγούμενο μήνα. Την τελευταία πενταετία, λόγω της οικονομικής κρίσης, το πρόβλημα μεγεθύνθηκε, καθώς όχι μόνο πάγωσαν (πρακτικά απορρίφθηκαν) τα αιτήματα για προκήρυξη 13 νέων θέσεων εκπαιδευτικού προσωπικού στα Τμήματα του ΤΕΙ Ηπείρου, αλλά δεν αναπληρώνονται άλλες 15 θέσεις που κενώθηκαν λόγω συνταξιοδότησης.

Η Πολιτεία έχει θεσμοθετήσει τη διαδικασία της αξιολόγησης του έργου των Τμημάτων των ΑΕΙ, υπό την αιγίδα της ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ). Πρόκειται για μια πολυδάπανη, επίπονη και μακροχρόνια διαδικασία και η μη αξιοποίηση των συμπερασμάτων και των προτάσεών της είναι αδιανόητη για μια χώρα που χειμάζεται από την οικονομική κρίση, πέραν του ότι κάτι τέτοιο αντίκειται στην παγιωμένη παγκοσμίως ακαδημαϊκή πρακτική. Στην περίπτωση των Τμημάτων Λογοθεραπείας, Νοσηλευτικής, Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής και Προσχολικής Αγωγής του ΤΕΙ Ηπείρου, η διαδικασία εξωτερικής αξιολόγησης από ομάδες ανεξάρτητων, έγκριτων εμπειρογνωμόνων, προερχόμενοι κατά κύριο λόγο από Πανεπιστήμια του εξωτερικού, ολοκληρώθηκε μόλις πρόσφατα (Ιούνιος 2013 – Απρίλιος 2014) και οι διαπιστώσεις, τα συμπεράσματα και οι προτάσεις τους καταγράφονται λεπτομερώς στις αντίστοιχες εκθέσεις, οι οποίες είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα της ΑΔΙΠ. Κοινό χαρακτηριστικό των εκθέσεων εξωτερικής αξιολόγησης και για τα τέσσερα παραπάνω Τμήματα είναι αφενός η επισήμανση του θαυμασμού των αξιολογητών για τον ενθουσιασμό, την αφοσίωση, την εργατικότητα και την αποτελεσματικότητα του ολιγομελούς μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, το οποίο κατορθώνει και ανταποκρίνεται επάξια στην επιτέλεση των ακαδημαϊκών του καθηκόντων, παρά το γεγονός ότι διαχειρίζεται δυσανάλογα μεγάλο φοιτητικό πληθυσμό, αφετέρου δε, αναδεικνύουν ως άμεση και επιτακτική προτεραιότητα την ενίσχυση του ακαδημαϊκού προσωπικού των Τμημάτων, ώστε να μην διακινδυνεύσει να απαξιωθεί η επιτυχημένη πορεία τους και η διακριτή λειτουργική τους διασύνδεση με την κοινωνία της Ηπείρου.

Στην τελευταία έκθεση της ΑΔΙΠ για την αξιολόγηση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ της χώρας πράγματι καταγράφονται τα Τμήματα των ΑΕΙ με σημαντική έλλειψη σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, χωρίς να υποδεικνύονται οι βεβιασμένες λύσεις που αναφέρουν τα δημοσιεύματα. Τα στοιχεία όμως ήταν ήδη γνωστά και κανείς αρμόδιος δεν νομιμοποιείται να παριστάνει ότι «έπεσε από τα σύννεφα». Συνεπώς, αντί διάφοροι απροσδιόριστοι «κύκλοι» του Υπουργείου Παιδείας να διαχειρίζονται κατά το δοκούν τα πορίσματα της έκθεσης και να διασπείρουν φήμες για πιθανή κατάργηση Τμημάτων, καλό θα είναι όσοι έχουν αναλάβει το υψηλό καθήκον της χάραξης της εθνικής στρατηγικής για την ανάπτυξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας, να εξετάσουν επί της ουσίας αν και κατά πόσο οι ακαδημαϊκές μονάδες, παρά την υποστελέχωση, επιτελούν σημαντικό εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο και προσφέρουν στην κοινωνία και κατόπιν να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν τις ενδεδειγμένες λύσεις, αποδομώντας αυτοδίκαια όσα Τμήματα αδυνατούν και δεν αποδεικνύουν ότι διαθέτουν τα εχέγγυα για να επιτύχουν στο έργο τους, ενισχύοντας παράλληλα εκείνα, που παρά τις αντιξοότητες, προσπαθούν, επιτυγχάνουν και διεκδικούν την αριστεία. Σε μια τέτοια αμερόληπτη πρακτική, κανείς δεν θα μπορούσε πειστικά να αντιταχθεί, ούτε ακόμα και οι φαινομενικά θιγόμενοι».