Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Παρασκευή, 04 Ιουνίου 2021 15:14

Δημήτρης Μπαλάφας: Ο Ηπειρώτης που "φιλοξενήθηκε" στις σελίδες της "Σχεδίας"...

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Σχεδία"

Δημήτρης Μπαλάφας

«Είναι άνθρωποι με μεγάλη καλλιέργεια ψυχής και πνεύματος. Η αγκαλιά του κόσμου μού δίνει ψυχική δύναμη και κουράγιο, μια υπόσταση».

Γεννήθηκα το 1955 στο χωριό Λάλιζα του νομού Ιωαννίνων που είναι κοντά στη Δωδώνη. Οι γονείς μου ήταν γεωργοί, καλλιεργούσαν κυρίως καλαμπόκι, αλλά και ντομάτες, αγγουράκια, φασολάκια. Θυμάμαι που το ψωμί που είχαμε μόνιμα στο τραπέζι ήταν η μπομπότα. Όταν πήγαινα πέμπτη δημοτικού, ήρθαμε στην Αθήνα, στο Μεταξουργείο. Ο πατέρας μου έπιασε δουλειά ως εργάτης, χειριστής μηχανήματος, στα λατομεία Πεντέλης. Στην Αθήνα, με βοήθησε η ευγενής άμιλλα που είχα με τους συμμαθητές μου. Έγινα καλός μαθητής. Στη Λάλιζα στερούμουν αυτό το συναγωνισμό, καθώς το σχολείο ήταν μονοθέσιο. Τα αγαπημένα μου μαθήματα ήταν η φυσική και τα μαθηματικά. Τρεις τάξεις του γυμνασίου και του λυκείου τις έβγαλα στα Γιάννενα. Είχα πάει εκεί με τον μεγαλύτερο αδερφό μου, που είχε περάσει στην Παιδαγωγική Ακαδημία. Ήμουν ο μικρότερος από πέντε αδέρφια. Μετά την αποφοίτησή μου από το λύκειο, έδωσα εξετάσεις στην Ιατρική, όπου οριακά δεν έγινα δεκτός. Τελικά, φοίτησα στο ΤΕΙ Φυσικοθεραπείας στην Αθήνα. Ήδη από σπουδαστής εργαζόμουν σε διάφορα φυσικοθεραπευτήρια.

Μόλις τελείωσα τη σχολή, άνοιξα το δικό μου φυσικοθεραπευτήριο στα Εξάρχεια, το 1981. Το θεωρούσα ένα θεάρεστο επάγγελμα. Έβλεπα τους κόπους μου να ανταμείβονται. Μου προσέφερε τεράστια ικανοποίηση το ότι ανακούφιζα ανθρώπους που υπέφεραν από τη μέση, τον αυχένα τους ή βοηθούσα άλλους να ξαναπερπατήσουν. Παράλληλα, για δέκα χρόνια εργάστηκα σε μία ιδιωτική κλινική, ενώ δίδασκα και σε τεχνικό επαγγελματικό λύκειο. Για είκοσι χρόνια, αρθρογραφούσα και στον Τύπο σχετικά με την φυσικοθεραπεία, από κατάγματα μέχρι ημιπληγίες και νευραλγίες, μπορώ να πω ότι είχα αναφερθεί σχεδόν στα πάντα. Έζησα τη δουλειά μου από πολλά πόστα, είχα έναν ενθουσιασμό. Ήταν ακόμη οι καλές εποχές. Είχα αγοράσει, με δάνειο, και ένα φυσικοθεραπευτήριο, που το είχα συνάμα και ως κατοικία.

Μετά την έλευση των μνημονίων, άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα. Πέρα από τον ΕΝΦΙΑ και μία παρακράτηση φόρου ύψους 20%, είχε επιβληθεί και ένας επιπρόσθετος φόρος, που αντιστοιχούσε σε ένα άλλο 20%. Για κάθε απόδειξη που έκοβα, ούτε τα μισά χρήματα δεν μου έμεναν στο χέρι. Ταυτόχρονα, είχε μειωθεί και η πελατεία. Ένιωθα εγκλωβισμένος. Είχα περάσει πια τα 55 χρόνια. Είχα αρχίσει να παραμελώ οικονομικές μου υποχρεώσεις. Πριν από τρία χρόνια, ο γιος μου, που είναι πια 29 χρόνων, είχε ένα ατύχημα. Από θαύμα επέζησε. Για μένα αυτό το ατύχημα ήταν μεγάλο σοκ. Από τότε ματώνει συνεχώς η καρδιά μου. Νοσηλεύτηκε για δυόμισι μήνες στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Ερυθρού Σταυρού. Ξόδεψα πολλά χρήματα για διορθωτικές εγχειρήσεις του παιδιού μου. Το ατύχημα του έχει αφήσει ως κατάλοιπα κινητικά προβλήματα. Αν και στο παρελθόν είχα κάνει ρύθμιση του δανείου για το σπίτι-φυσικοθεραπευτήριο, δεν ήμουν πια σε θέση να το αποπληρώσω. Είχα αποδιοργανωθεί πλήρως, τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά.

Πέρσι τον Ιούνιο δέχθηκα ακόμη ένα πλήγμα, καθώς πέθανε και η μητέρα του γιου μου, με την οποία είχαμε χωρίσει αλλά διατηρούσαμε πολύ καλή σχέση. Ο γιος μου, που είναι άνεργος, έμενε με εκείνην. Πλέον, ζει μαζί μου. Η τράπεζα, ωστόσο, μου ζητούσε το φυσικοθεραπευτήριο, όπου και μένουμε. Τον περασμένο Ιούλιο ήταν να γίνει ο πλειστηριασμός του, αναβλήθηκε, όμως, λόγω του κορωνοϊού. Τώρα, επίκειται να γίνει ο νέος πλειστηριασμός. Κινδυνεύουμε να μείνουμε στο δρόμο. Ουσιαστικά, από πέρσι, με την έναρξη του πρώτου κύματος της πανδημίας, είμαι ανενεργός ως φυσικοθεραπευτής. Είχα δεχθεί μονάχα δυο τρία τηλέφωνα από πελάτες. Τώρα, μου έχει κοπεί το τηλέφωνο.

Μόλις αναβλήθηκε ο πρώτος πλειστηριασμός, πέρσι το καλοκαίρι, δεν έχασα καιρό, χτύπησα την πόρτα της «σχεδίας». Η επαφή με τον κόσμο με εκπλήσσει. Είναι άνθρωποι με μεγάλη καλλιέργεια ψυχής και πνεύματος. Αυτή η αγκαλιά τους μου δίνει ψυχική δύναμη και κουράγιο, μια υπόσταση. Επίσης, με τα χρήματα που βγάζω μπορώ να καλύπτω τις άμεσες ανάγκες μου. Περιμένω του χρόνου να βγω στη σύνταξη. Έχω οικονομικές εκκρεμότητες προς το πρώην ΤΕΒΕ και πρέπει να λύσω και αυτό και το ζήτημα.