Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 15 Σεπτεμβρίου 2022 09:51

Η υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων στην Πρέβεζα, τα κρούσματα ευλογιάς, η εναλλαγή δημοτικής αρχής της πόλης το 1922 και ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός

Γράφει ο Σπύρος Σκλαβενίτης, Αρχειονόμος, Δρ. Ιστορίας, προϊστάμενος Τμήματος ΓΑΚ Πρέβεζας

Την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2022, στις 8 το απόγευμα, η Ιερά Μητρόπολις Νικοπόλεως και Πρεβέζης διοργανώνει ημερίδα αφιερωμένη στα 100 χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή. Στην ημερίδα αυτή θα έχουμε την τιμή να παρουσιάσουμε τα πορίσματα μιας αρχειακής έρευνας που διάρκεσε ένα χρόνο περίπου, με αντικείμενο την εγκατάσταση των προσφύγων στο νομό Πρέβεζας. Στο πλαίσιο αυτό δημοσιεύτηκαν ή πρόκειται να δημοσιευτούν τις επόμενες μέρες σύντομα ιστορικά σημειώματα γύρω από το ζήτημα της παρουσίας των προσφύγων στην περιοχή μας. Στο σημερινό μας σημείωμα θα αναφερθούμε στην υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων, εξετάζοντας παράλληλα κάποια επιπλέον ζητήματα, όπως την εναλλαγή δημοτικής αρχής της Πρέβεζας στα τέλη του 1922, που συνδέεται με την εμφάνιση κρουσμάτων ευλογιάς, και τη δράση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού στον νομό Πρέβεζας.

Η παρουσία του διεθνούς οργανισμού μπορεί να αιτιολογηθεί από το γεγονός ότι η πόλη αποτελούσε λιμάνι άφιξης προσφύγων αλλά και από την εμφάνιση θανατηφόρων κρουσμάτων ευλογιάς πριν από τις 8 Δεκεμβρίου. Πιο συγκεκριμένα, στην συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Πρέβεζας εκείνης της ημέρας εγκρίνεται ποσό 970 δρχ. για την ταφή έξι προσφύγων που νόσησαν από τη συγκεκριμένη ασθένεια. Για την αντιμετώπισή της η Νομαρχία είχε αποστείλει διαταγή στο Δήμο για ψήφιση πίστωσης για την περίθαλψη των νοσούντων και την πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου. Το Δημοτικό Συμβούλιο στη συνεδρίασή του στις 16 Δεκεμβρίου ενέκρινε πίστωση 10.000 δρχ. για τον παραπάνω σκοπό. Στην ίδια συνεδρίαση, ωστόσο, έγινε γνωστό ότι ο Νομάρχης είχε καλέσει σε απολογία τον Δήμαρχο Ιωάννη Μ. Ρέντζο με την κατηγορία της αμέλειας και ολιγωρίας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το Δημοτικό Συμβούλιο αρνήθηκε την κατηγορία της μη έγκαιρης λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση του επείγοντος ζητήματος της ευλογιάς και υπερασπίστηκε τον Δήμαρχο, σημειώνοντας ότι δεν υπήρξε ολιγωρία, καθώς είχε προγραμματιστεί συνεδρίαση για το ζήτημα, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε ελλείψει απαρτίας. Όπως και να έχει το ζήτημα, την επόμενη μέρα (17-12-1922), ο Νομάρχης ανακοίνωσε στον Ι. Ρέντζο ότι με υπουργική απόφαση απαλλασσόταν των καθηκόντων του και ότι έπρεπε να παραδώσει την αρχή στον νεοδιορισθέντα Δήμαρχο Βασίλειο Μπάλκο. Ομοίως, αντικαταστάθηκε η πλειονότητα των Δημοτικών Συμβούλων. Ανεξάρτητα, όμως, της υπόθεσης της λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της ευλογιάς, οπωσδήποτε πίσω από την εναλλαγή της δημοτικής αρχής κρύβονταν και τα πολιτικά πάθη της εποχής, περισσότερο οξυμένα υπό το βάρος της μικρασιατικής καταστροφής. Ο Ι. Ρέντζος ανήκε στην αντιβενιζελική παράταξη, ενώ ο Βασίλειος Μπάλκος που τον αντικατέστησε, ήταν βενιζελικός.

Ο Ι. Ρέντζος, αν και τηρούσε ημερολόγιο, δεν αναφέρεται στην αιτιολόγηση της απομάκρυνσής του από τη θέση του δημάρχου, ωστόσο, εκφράζει την ανακούφισή του από αυτήν την εξέλιξη. Όπως χαρακτηριστικά γράφει, η παραμονή του στη θέση αυτή ήταν «πληγή χαίνουσα, μάστιξ, σκόλοψ τη σαρκί μου». Λίγες μέρες μετά τα παραπάνω γεγονότα καταγράφει και ο ίδιος στο ημερολόγιο του την παρουσία κρουσμάτων ευλογιάς στην πόλη, αναφερόμενος στους πρόσφυγες και στις άθλιες συνθήκες που ζούσαν: «πολλά κρούσματα, και πολλά θανατηφόρα. Αποθνήσκουσιν άνευ ιατρικής περιθάλψεως, άνευ φαρμάκων, άνευ τροφής. Ευτυχώς ότι σήμερον την 24ην (Δεκεμβρίου 1922) έφθασεν επιτροπή αμερικανική με διάφορα τρόφιμα, με κλίνας και κλινοσκεπάσματα και βεβαίως θα ανακουφισθώσι».

Την ταυτότητα της αμερικανικής επιτροπής θεωρούμε ότι μας αποκαλύπτει ένα μεταγενέστερο έγγραφο του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού προς τον Γενικό Διοικητή Ηπείρου στο οποίο γίνεται απολογισμός της δράσης του εν λόγω οργανισμού στην περιοχή και προαναγγέλλεται η λήξη του έργου του στις 30 Ιουνίου 1923. Το έγγραφο αυτό, που απόκειται πλέον στο Ιστορικό Αρχείο Ηπείρου, συντάχθηκε στις 27 Μαΐου 1923 και υπογράφτηκε στην Λευκάδα από τον Διευθυντή του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, επιτρέποντάς μας να παρακολουθήσουμε μια εξάμηνη δραστηριότητα του οργανισμού, λαμβάνοντας ως δεδομένες τις ημερομηνίες άφιξης της επιτροπής και σύνταξης του εγγράφου.

Όπως προκύπτει λοιπόν από το έγγραφο, υπό την επίβλεψη του αμερικανικού οργανισμού λειτούργησαν τέσσερα νοσοκομεία στο νομό μας, με τα δύο από αυτά στην πόλη της Πρέβεζας: πρόκειται για ένα Γενικό Νοσοκομείο και ένα Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων δυναμικότητας 40 και 27 κλινών αντίστοιχα. Επιπλέον, λειτούργησαν Γενικά Νοσοκομεία στην Πάργα με 20 κλίνες και στη Φιλιππιάδα με 10 κλίνες. Σε όλα τα παραπάνω, ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός χορηγούσε νοσοκομειακά είδη, φάρμακα και τροφές. Επιπλέον, παρείχε και τα αναγκαία είδη για τη λειτουργία των αναρρωτήριων τους, πλην του νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων.

Ο εν λόγω οργανισμός συνεργαζόταν επίσης με μια σειρά γιατρών στις κυριότερες πόλεις των σημερινών νομών Πρέβεζας και Θεσπρωτίας παρέχοντάς τους μηνιαίως επίδομα 650 δρχ. για τη διευκόλυνση και επιθεώρηση των εργασιών της τήρησης της καθαριότητας και της απολύμανσης εντός και πέριξ των οικιών και των καταυλισμών των προσφύγων. Στην ίδια κατεύθυνση της τήρησης της υγιεινής των τόπων φιλοξενίας προσφύγων εντασσόταν και η κατασκευή εγκαταστάσεων λουτρών και αποφθειρίασης στα Γιάννενα και την Πρέβεζα. Οι συνεργάτες γιατροί, των οποίων αναφέρονται μόνο τα επώνυμα, ήταν οι Χαϊλαρίδης και Ισραηλιάς στην Πρέβεζα, Τόκκας στη Φιλιππιάδα, Τσάκος στην Πάργα, Ρίγγας στην  Παραμυθιά, Χατζηβασιλείου στην Ηγουμενίτσα, Μπέμπος στους Φιλιάτες και Μέξας στο Μαργαρίτι. Στην Πρέβεζα επιπλέον ο οργανισμός χρησιμοποιούσε και τις υπηρεσίες του ιατρού Πουτέτση καταβάλλοντάς του μηνιαίο επίδομα 1150 δρχ. και ημερήσιο 50 δρχ. για έξοδα κίνησης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι όπως προκύπτει από το αρχείο του Ειρηνοδικείου Πρέβεζας, που πρόσφατα προσκτήθηκε από την υπηρεσία μας, ο ιατρός Ανδρόνικος Ισραηλιάς ήταν και αυτός πρόσφυγας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι και ο ιατρός Χαϊλαρίδης ήταν πρόσφυγας. Μάλιστα, ένας γιατρός με αυτό ακριβώς το επώνυμο εμφανίζεται στο διήγημα της Διδώς Σωτηρίου «Ματωμένα Χώματα». Αναρωτιόμαστε αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον συνεργάτη του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού στην Πρέβεζα.

Πέρα των ανωτέρω υγειονομικών δράσεων, η βοήθεια που προσέφερε του ο Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός στους πρόσφυγες επεκτεινόταν και στην παροχή τροφίμων 2800 οκάδων ημερησίως για τα συσσίτια 11.110 προσφύγων σε 7 πόλεις της Ηπείρου, εκ των οποίων 2142 στα Γιάννενα, 3192 στην Πρέβεζα, 1234 στη Φιλιππιάδα, 1200 στην Πάργα, 1193 στην Παραμυθιά, 1325 στην Ηγουμενίτσα και 824 στους Φιλιάτες.

Η δημιουργία υγειονομικών δομών για τους πρόσφυγες υπήρξε ευεργετική και για τους γηγενείς. Από τα πρακτικά του Δημοτικού Συμβουλίου Πρέβεζας τον Σεπτέμβριο του 1923 διαπιστώνουμε ότι το Υπουργείο Υγιεινής ενέκρινε την μετατροπή του Νοσοκομείου Προσφύγων σε Δημοτικό Νοσοκομείο της πόλης. Στην ίδια συνεδρίαση συζητήθηκε και ερώτημα που απεύθυνε η Νομαρχία στον Δήμο σχετικά με το αν θα γινόταν δεκτό να νοσηλεύονται στο νοσοκομείο αυτό και πρόσφυγες με κόστος ημερήσιας αποζημίωσης 10 δρχ. Προφανώς το ερώτημα σχετιζόταν με το ενδιαφέρον της Νομαρχίας για τη συνέχιση της περίθαλψης των προσφύγων. Όπως ήταν αναμενόμενο, το νέο νοσοκομείο εξυπηρέτησε και τους πρόσφυγες, γεγονός που εξασφάλισε στο νοσηλευτικό ίδρυμα μια σημαντική πηγή εσόδων για τα επόμενα πέντε τουλάχιστον χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1927 επισημαίνεται η μείωση των εσόδων του νοσοκομείου ως αποτέλεσμα της μειωμένης πλέον εισαγωγής προσφύγων προς νοσηλεία επί πληρωμή.

Κλείνοντας, σημειώνουμε ότι τον Σεπτέμβριο του 1924, κατά την περίοδο έξαρσης της ελονοσίας, μαρτυρείται η παρουσία ιατρού και φαρμακοποιού σε βοηθητικό κτίριο του ναού των Αγίων Αποστόλων στο Λιθάρι, ενώ στον πέριξ χώρο είχαν στηθεί σκηνές για άρρωστους πρόσφυγες. Η ελονοσία αποτελούσε παλαιά πληγή για την Πρέβεζα και την ύπαιθρό της και θα παρέμενε σημαντικό πρόβλημα και την επόμενη δεκαετία, μέχρις ότου ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα για την καταπολέμησή της. Ωστόσο, η πραγμάτευση του ζητήματος του «ανθελονοσιακού αγώνος», κατά την ορολογία της εποχής, ξεφεύγει από το πλαίσιο του σημερινού μας σημειώματος και επιφυλασσόμαστε για κάποια μελλοντική σχετική δημοσίευση.