Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τρίτη, 16 Σεπτεμβρίου 2014 02:48

Η αντεπαναστατικότητα του «εγώ»

Γράφει ο Παναγιώτης Τσόγκας

 

Το να μη μιλάει κανείς ποτέ για τον εαυτό του είναι μια πολύ εκλεπτυσμένη μορφή υποκρισίας. (Φρήντριχ Νίτσε, Γερμανός φιλόσοφος). Και όντως πολύ σωστά τα είπε ο Νίτσε. Και φυσικά δεν είμαι εγώ αυτός που θα το κρίνει. Το έχει πράξει η ιστορία. Σε όλους μας αρέσει να μιλάμε ή να μιλάνε οι άλλοι, για τον εαυτό μας.

Δυστυχώς όμως αυτό το... κουσούρι (προτιμώ να χρησιμοποιώ λέξεις που λάτρευε να χρησιμοποιεί και ο παππούς μου), το ισχυρό «εγώ», μοιάζει να είναι αντεπαναστατικό. Και αντεπαναστατικό μπορεί να είναι κάτι για ανθρώπους που επιδιώκουν την επανάσταση. Προσωπική, ηθική, κομμουνιστική...

Την επανάσταση, που αποτελεί για ένα κόσμο της Αριστεράς -κατά κύριο λόγο- απαρχή και βασικό μέσο δημιουργίας ενός νέου κόσμου και μιας κοινωνίας των πολλών. Και επειδή και αυτός ο όρος πλέον (Αριστερά), έχει καταντήσει παρεξηγήσιμος, η επανάσταση, όπως εκλαμβάνει τον όρο ο καθένας από εμάς, απαιτεί κάτι βασικό. Απαιτεί συλλογική δράση. Δράση που χρειάζεται να βάλεις το «εγώ» κάτω από το «εμείς».

Και για να μην τρομάζουν κάποιοι, επανάσταση για μια κοινωνία, π.χ. όπως η Πρεβεζάνικη, μπορεί να είναι και η συλλογική και μαζική ανακύκλωση, χωρίς βίαιες ενέργειες.

Δυστυχώς ψάχνοντας στην Ελλάδα του 2014, στις «φιλοεπαναστατικές δυνάμεις», βλέπεις πολύ «εγώ». Τόσο «εγώ» που ορισμένες φορές στεναχωριέσαι και απογοητεύεσαι. Για παράδειγμα, μπορείς να δεις άτομα με εξάρσεις και λογίδρια επαναστατικότητας, που να επαίρονται και να κομπάζουν για τα ισχυρά «πιστεύω» τους, αλλά στην καθημερινότητά τους να είναι «γεμάτοι» συμβάσεις και συμβιβασμούς.

Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα είχε πει: «Η επανάσταση δεν είναι ένα φρούτο που θα πέσει όταν είναι ώριμο. Πρέπει να κουνήσουμε το δέντρο για να το κάνουμε να πέσει». Ακριβώς!

Ο γιατρός που παρέχει εθελοντική βοήθεια σε άπορους μέσω οργανισμών, ο εκπαιδευτικός που βοηθά στο Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών, ο δημοσιογράφος που στέκεται πλάι στους αγώνες απολυμένων, ο τεχνίτης που περήφανα υπερασπίζεται έναν απολυμένο συνάδελφό του και τόσες άλλες περιπτώσεις εργαζομένων, που «ατσαλώνουν» την επαναστατικότητά τους στο... πεζοδρόμιο της ζωής και της κοινωνίας και όχι πίσω από τα πλήκτρα του υπολογιστή, όλοι αυτοί βάζουν σιγά-σιγά το «εγώ» τους κάτω από το «εμείς».

Οι υπόλοιποι μπορούν με ένα... post και με αρκετές δόσεις επαναστατικού «πυρετού», επιδεικνύοντας τις αρετές τους στο λόγο και τις ταξικές αναλύσεις, απομακρυσμένοι και «αποστειρωμένοι» από τις «οσμές» της κοινωνίας, εκεί που ιστορικά χτυπά η καρδιά των λαϊκών αγώνων και των κοινωνικών αλλαγών να ικανοποιήσουν το «εγώ» τους. Έχουν φτάσει στα επίπεδα ελιτισμού, χωρίς να το συνειδητοποιούν.

Και επειδή, έπιασα στα... πλήκτρα μου και τον παππού μου, με ορμήνευε κάτι, που πέρασαν πολλά χρόνια για να το καταλάβω... Μου έλεγε πως δεν είναι ντροπή το να διακρίνεσαι. Ντροπή είναι το να ζεις για να διακρίνεσαι... "Εγώ" να βγω πρώτος, "εγώ" να διακριθώ, "εγώ" να μιλήσω, "εγώ" να περνάω καλά... Και το εμείς;

Με την άνοδο της δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ, έχει γίνει μόδα μία «ουρά», που αποτελείται από ανθρώπους των σκιών, που από τη ΝΔ πήγαν στην... εξωκοινοβουλευτική αριστερά, μετά πήραν στροφή στη... ΔΡΑΣΗ, στο Μάνο κ.α. και... επέστρεψαν στο ΣΥΡΙΖΑ, μπας και «καβατζώσουν» καμιά θεσούλα καλή... Όλοι αυτοί επικαλούνται ένα επαναστατικό «παράσημο»: Τις Πλατείες. Από πότε το να βρίσκεσαι σε μία πλατεία αποτελεί «παράσημο» κοινωνικών αγώνων; Το ζήτημα είναι τόσο το πριν, όσο και το μετά... Το «εγώ» τους φυσικά είναι μεγάλο. Τόσο μεγάλο που καταντά αντεπαναστατικό...

Γιατί αντεπαναστατικό είναι το να προσπαθείς για πάρτη σου και για το μικροσυμφέρον σου. Και δυστυχώς το... κουσούρι αυτό ακολουθεί και ορισμένους στα κόμματα της Αριστεράς, τα οποία όπως είναι τώρα ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων, μιλώντας με κοινοβουλευτικούς όρους, αποτελούν ελπίδα για να μπει ένα «φρένο» σε ένα βαρέλι που μοιάζει να μην έχει... πάτο, για συμπολίτες μας που δεν έχουν ένα πιάτο φαί να φάνε και κάποτε ήταν νοικοκυραίοι...

Ως κατακλείδα, παραθέτω απλώς μία φράση:

 

«Κανείς δεν είναι τόσο άδειος όσο αυτοί που είναι γεμάτοι από τον εαυτό τους (Benjamin Whichcote, 1609-1683, Άγγλος κληρικός και διανοούμενος).

ΥΓ: Όποιος έχει κάνει δημοσιογραφία και καλή δημοσιογραφία, παραδέχεται λάθη του! Σε αυτή τη δουλειά όμως το λάθος σημαίνει και έκθεση. Και κάποιον άνθρωπο θα αδικήσεις και κάπου θα πέσεις έξω... Αρκεί να μη γίνεται σκόπιμα.

Ευχαριστώ για το χρόνο και την εμπιστοσύνη σας.

 

 

 

 

 

Σχετικά Άρθρα