Από τη μια μεριά δεν μας αρέσει η πραγματικότητα που ζούμε, γεγονός που το διακρίνει κανείς παντού, τόσο στους χώρους εργασίας, αλλά και σε όλες τις εκφράσεις της δημόσιας ζωής: η κατήφεια και η μελαγχολία κυριαρχούν.
Μια νέα γενιά που της έμελλε να βρεθεί στην πιο παραγωγική ηλικία στη βαθιά κρίση που περνάμε, καταστρέφεται.
Είναι ξεκάθαρο ότι βαδίζουμε σε ένα αδιέξοδο δρόμο, αφού όλοι γνωρίζουν, τόσο εμείς όσο και οι δανειστές ότι το πρόγραμμα που μας επιβάλουν δεν «βγαίνει». Και δεν είναι μόνο αυτό: είμαστε μέλος μιας ένωσης κρατών, από τα ισχυρότερα του κόσμου, αφού το συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ φτάνει τα 18,5 τρισεκατομμύρια δολάρια (με στοιχεία του 2014) που συγκροτούν την μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Κι όμως αυτή η ένωση δεν είναι σε θέση να επιλύσει στοιχειώδη προβλήματα όπως το προσφυγικό.
Και ενώ συμμετέχουμε στην ένωση προκειμένου να απολαύσουμε οικονομική ευημερία, να πορευτούμε με τις αρχές της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού, να απομακρύνουμε τον κίνδυνο του πολέμου και του ολέθρου που φέρνει αυτός – μη ξεχνάμε ότι η ήπειρός μας ήταν η αφορμή για δύο παγκόσμιους πολέμους στον αιώνα που πέρασε – το όνειρο μετατράπηκε σε εφιάλτη: μολονότι παραμένουμε στη ζώνη του ευρώ, η οικονομία μας δεν έχει την απαιτούμενη ρευστότητα, λόγω των συνεχιζόμενων capital controls. Όσο για την ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων, καταλήξαμε να έχουμε κλειστά σύνορα. Τη στιγμή μάλιστα η ίδια η χώρα έχει γίνει ένα κράτος σε επιτροπεία, με κηδεμόνες τους πιο στυγνούς δανειστές που έχει γνωρίσει ο τόπος αυτός.
Όλοι βλέπουμε ολοφάνερα ότι το παρόν πολιτικό σύστημα έχει καταστεί τελείως αναξιόπιστο. Ακόμα και αυτοί που συγκροτούν το – υποτιθέμενο ηγεμονικό ρεύμα – του «μένουμε Ευρώπη», που ψήφισε με πάνω από 200 βουλευτικούς ψήφους το τελευταίο 3ο μνημόνιο, ερίζουν για το ποιος θα κυβερνήσει και θα νέμεται την εξουσία πάνω στην ταλαιπωρημένη και βασανισμένη χώρα, στον κατεστραμμένο λαό της.
Και η λύση δεν είναι να πέσουμε στο ακροδεξιό μίσος που αποπνέει σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, που θεωρεί ότι αν στραφούμε με όλο μας το μένος ενάντια στους φτωχούς και κατατρεγμένους αυτής της γης, στο όνομα δήθεν της «ελληνικότητάς» μας, θα βρεθούμε στη γη της επαγγελίας.
Ούτε είναι λύση να απεμπολήσουμε τα μόνα δικαιώματα που μας απομένουν, στρεφόμενοι ενάντια της ίδιας της δημοκρατίας, που όμως μας επιτρέπει να επιλέγουμε εμείς τους κυβερνήτες. Δεν φταίει ούτε η πολιτική γενικά, ούτε οι πολιτικοί γενικά: φταίνε οι πολιτικοί και εκείνες οι πολιτικές που μας έχουν φέρει στην κατάσταση που βρισκόμαστε και συνεχίζουμε να τους στηρίζουμε και να τους ψηφίζουμε. Φταίει η λειψή, όχι η «πολύ» δημοκρατία.
Η μόνη λύση σε τέτοιες στιγμές είναι να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας. Να σηκωθούμε από τους καναπέδες μας και να διεκδικήσουμε. Να διεκδικήσουμε για εμάς και για τα παιδιά μας. Να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων της νέας γενιάς. Να διεκδικήσουμε και να πάρουμε πίσω τον έλεγχο της χώρας, να συζητήσουμε και να σχεδιάσουμε με ποιους τρόπους αυτή η χώρα θα αποκτήσει μια βιώσιμη κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη κοινωνικά δίκαιη, αποδεκτή από την μεγάλη πλειοψηφία, με σεβασμό στο περιβάλλον.
Όσο δεν ακολουθούμε αυτό το δρόμο και συνεχίζουμε να περιμένουμε αποτέλεσμα από τις αδιέξοδες πολιτικές στο όνομα της όποιας ιδεοληψίας μας, θα βρισκόμαστε μέσα στα βαλτόνερα, θα βουλιάζουμε πιο βαθιά στο βάλτο.