Το 1927 ο συμβολαιογράφος Κέρκυρας Σπυρίδων Αλαμάνος προσήλθε στο Πρωτοδικείο του νησιού για να δημοσιευτεί η μυστική διαθήκη που του είχε καταθέσει το 1923 ο Καίσαρας Κονεμένος [*2], γιός του δημοτικιστή Νικολάου Κονεμένου [*3] (εικ. 1).
εικ.1
Οι Κονεμένοι κατάγονταν από την Πρέβεζα και αποτελούσαν μια από τις επιφανείς οικογένειες της πόλης, με μεγάλο κύρος και κτηματική περιουσία. Είναι ενδεικτικό ότι ο Καίσαρας ήταν υποπρόξενος της Αγγλίας στην ιδιαίτερη πατρίδα του το 1912, όταν αυτή απελευθερώθηκε από τους Τούρκους, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στις διαδικασίες παράδοσης της πόλης στον ελληνικό στρατό. Ωστόσο, ισχυροί ήταν και οι δεσμοί του με την Κέρκυρα. Ο πατέρας του πέρασε σ’ αυτήν τα τελευταία χρόνια της ζωής του, δημιουργώντας μια δεύτερη οικογένεια, συγγράφοντας και αρθρογραφώντας στον κερκυραϊκό τύπο.
Ένα από τα ενδιαφέροντα του Νικολάου Κονεμένου, πέρα από τη γλώσσα και την πολιτική, υπήρξε και η συλλογή κοχυλιών. Στο πλαίσιο της συλλεκτικής του δραστηριότητας, διατηρούσε επαφές με άλλους συλλέκτες και με Μουσεία, ανταλλάσσοντας ευρήματα. Μάλιστα, κάποια είδη κοχυλιών έφεραν το όνομά του (εικ. 2). Σύμφωνα με μια μαρτυρία, η συλλογή του περιελάμβανε περίπου 50.000 κοχύλια [*4].
Μετά το θάνατό του, η συλλογή περιήλθε στον γιο του Καίσαρα, ο οποίος, αν και νυμφεύθηκε, δεν απέκτησε απογόνους. Ακολουθώντας τη μακρά παράδοση της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο μέσω κληροδοτημάτων, μιας κουλτούρας που βρισκόταν σε άνθηση τόσο στην ιδιαίτερη πατρίδα του όσο και στην Κέρκυρα και επιπλέον συνδεόταν με την κοινωνική του θέση, αποφάσισε να διαθέσει μέρος της περιουσίας του για κοινωφελείς σκοπούς τόσο στην Πρέβεζα όσο και στην Κέρκυρα. Στο κληροδότημα εντάχθηκε και η συλλογή κοχυλιών για την οποία προέβλεψε τα ακόλουθα στη διαθήκη του:
«Το κτήμα μου […] εξ ελαιοδένδρων 183 περίπου καθώς και η συλλογή, (ήτις θα επροτίμων να πωληθή εις Αγγλικόν Μουσείον) κογχυλίων του πατρός μου, και εν Κερκύρα ευρισκομένη, επιθυμώ να πωληθούν εντός ενός έτους από του θανάτου μου και τα χρήματα να τοκισθούν εις Αγγλικήν Τράπεζαν ασφαλώς μετατρεπόμενα εις λίρας. Το κεφάλαιον και οι τόκοι συν τοις επιτοκίοις ανατοκιζόμενον μετά είκοσι πέντε (25) έτη να χρησιμεύση εσαεί ίνα ανά πέντε έτη σπουδάζη ένας νέος εναλλάξ εκ Πρεβέζης και εκ Κερκύρας προτιμωμένων εκ των αναφερομένων ενταύθα και των συγγενών απογόνων, την γεωπονίαν, τελειοποιούμενος εις Αγγλίαν […] ίνα εργασθή εν Ελλάδι έκαστος». Διαχειριστές του συγκεκριμένου κληροδοτήματος – υποτροφίας ετίθεντο τα δημοτικά συμβούλια Κερκυραίων και Πρέβεζας και οι αντίστοιχοι μητροπολίτες. Η υλοποίηση, όμως, των όρων της διαθήκης, τουλάχιστον ως προς το σκέλος της διαχείρισης της συλλογής κοχυλιών, δεν υπήρξε καθόλου εύκολη υπόθεση.
Αντιθέτως, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μέχρι και σήμερα φαίνεται να μην έχει εκτελεστεί ο συγκεκριμένος όρος. Μια πρώτη προσπάθεια εκτίμησης της αξίας της συλλογής, απαραίτητης ενέργειας για την μετέπειτα πώλησή της, επιχειρήθηκε το 1934, όταν το Υπουργείο Οικονομικών ανέθεσε στον Νομάρχη Κέρκυρας να συστήσει ειδική επιτροπή για τον σκοπό αυτό.
Ωστόσο, μέχρι το 1939, 12 χρόνια μετά τον θάνατο του διαθέτη, όχι μόνο δεν είχε γίνει κάποια ουσιαστική ενέργεια αλλά δεν είχαν καν περιέλθει στην κατοχή των διαχειριστών τα περιουσιακά στοιχεία που συνιστούσαν το κληροδότημα, καθώς το Υπουργείο Οικονομικών, με νέο έγγραφό του, τους ζητούσε να προβούν σε αυτήν την ενέργεια. Επιπλέον, διέτασσε εκ νέου την απογραφή και εκτίμηση των αντικειμένων της συλλογής από επιτροπή. Η συσταθείσα επιτροπή, όμως, δεν διετύπωσε γνώμη «ως στερουμένη ειδικών γνώσεων» επί του θέματος. Εξάλλου, ο Πόλεμος που ξέσπασε έναν χρόνο αργότερα, η Κατοχή και ο Εμφύλιος είχε ως αποτέλεσμα να περάσει άπρακτη για την υπόθεση ολόκληρη η δεκαετία του 40.
Το 1950 το Υπουργείο Οικονομικών ανακίνησε πάλι το ζήτημα, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στην εκτίμηση της αξίας της συλλογής, απαραίτητη προϋπόθεση για την μετέπειτα εκποίησή της. Μάλιστα, πρότεινε την ανάθεση του έργου αυτού σε εξειδικευμένο καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα, όμως, εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για τη συλλογή από το «Ελληνικόν Υδροβιολογικόν Ινστιτούτον» της Ακαδημίας Αθηνών, το οποίο μάλιστα παρήγαγε συγκεκριμένα αποτελέσματα καθώς το ζήτημα έφτασε τελικά στα Δημοτικά Συμβούλια των Δήμων Κερκυραίων και Πρέβεζας.
Τα δύο Συμβούλια συμφώνησαν με την αποστολή ειδικού επιστήμονα της Ακαδημίας στην Κέρκυρα για την εκτίμηση της συλλογής, προκειμένου να αποκτήσουν έτσι μιαν πληρέστερη εικόνα για την λήψη περαιτέρω αποφάσεων.
Πρώτο έλαβε απόφαση για το θέμα το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Κερκυραίων στη συνεδρίαση του στις 19-1-1951.
«Υποβολή προτάσεως της Δημαρχιακής Επιτροπής περί εκδόσεως αποφάσεως αποδοχής απόψεων Υπουργείου επί υποθέσεως Κληροδοτήματος Κονεμένου.
Ο κ. Πρόεδρος αναγινώσκων το υπ’ αριθμ. 17530/11-10-50 έγγραφον της Δ/νσεως Εθν. Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, εν σχέσει με την διάθεσιν της ενταύθα ευρισκομένης συλλογής κογχυλίων του Κληροδοτήματος Κ. Κονεμένου, εξηγεί εις το Δημοτικόν Συμβούλιον ότι την δωρεάν διάθεσιν της συλλογής ταύτης εζήτησε το Ελληνικόν Υδροβιολογικόν Ινστιτούτον της Ακαδημίας Αθηνών προς επιστημονικήν μελέτην και πλουτισμόν του Μουσείου του, επειδή όμως η συλλογή αύτη δεν κατέστη δυνατόν μέχρι σήμερον να εκτιμηθή λόγω ελλείψεως ενταύθα ειδικού έχοντος τα απαραιτήτους γνώσεις προς χαρακτηρισμόν των αποτελούντων την συλλογήν ταύτην κογχυλίων και του προσδιορισμού της κατά προσέγγισιν αξίας, καλείται το Δημοτικόν Συμβούλιον όπως αποφανθή επί των δια του ως άνω εγγράφου του Υπουργείου Οικονομικών εκτιθεμένων απόψεων του τρόπου της επιτεύξεως του καθορισμού της αξίας της συλλογής ταύτης, ίνα παρασχεθώσιν εις τους εκτελεστάς της διαθήκης του Κ. Κονεμένου και εις αυτό το Υπουργείον τα στοιχεία προς περαιτέρω ενεργείας δια την πραγματοποίησιν της διαθέσεως της συλλογής.
Εν συνεχεία ο κ. Πρόεδρος αναφέρει αναγινώσκων και προηγούμενον σχετικόν του Υπουργείου Οικονομικών έγγραφον υπ. αριθμ. Κ. 8182/5-5-50 και τάσσεται φρονών ότι αι διατυπούμεναι εν τοις ανωτέρω εγγράφοις του Υπουργείου Οικονομικών απόψεις είναι αι μόναι λύουσαι το ζήτημα κατά το συμφέρον του Κληροδοτήματος και συνεπώς εφ’ όσον η Ακαδημία Αθηνών ενδιαφέρεται δια την απόκτησιν της συλλογής ταύτης, θα πρέπει να αποστείλη αύτη ειδικόν Επιστήμονα εις Κέρκυραν προς τον σκοπόν καθορισμού της αξίας της συλλογής ταύτης, άνευ ουδεμίας επιβαρύνσεως του Κληροδοτήματος, οπότε θα παρασχεθώσιν εις τους εκτελεστάς της διαθήκης, ήτοι εις τα Δημοτικά Συμβούλια Κερκύρας και Πρεβέζης και τους Σεβ. Μητροπολίτας Κερκύρας και Πρεβέζης των απαραιτήτων στοιχείων δια περαιτέρω ενεργείας. Το Δημοτικόν Συμβούλιον ομόφωνον αποφαίνεται αποδεχόμενον τας απόψεις του Υπουργείου Οικονομικών εκδίδον το υπ. αριθ. 1534 ψήφισμα».
Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, το Δημοτικό Συμβούλιο Πρέβεζας έλαβε την παρακάτω απόφαση: «Είτα το Δημοτικόν Συμβούλιον λαβόν πλήρη γνώσιν των ανακοινωθέντων προς αυτό 1) υπ. αριθμ. 1344 του 1951 εγγράφου του Δήμου Κερκυραίων 2) του υπ. αριθ. 1534 του 1951 ψηφίσματος του Δημοτικού Συμβουλίου Κερκυραίων 3) του υπ. αρ. πρωτ. Κ. 17530 του 1950 διαταγής του Υπουργείου των Οικονομικών κλπ σχετικών με την διάθεσιν της εν Κερκύρα ευρισκομένης συλλογής κογχυλίων του Κληροδοτήματος Καίσαρος Κονεμένου κλπ, αποφαίνεται ομόφωνα: Αποδέχεται τας εν τοις ανωτέρω εγγράφοις απόψεις του Υπουργείου των Οικονομικών ως τας μόνας αίτινες λύουσι το ζήτημα κατά το συμφέρον του Κληροδοτήματος Καίσαρος Κονεμένου, συμφωνούν όπως η Ακαδημία Αθηνών εφ’ όσον ενδιαφέρεται δια την απόκτησιν της συλλογής των κογχυλίων, αποστείλη εις Κέρκυραν ειδικόν Επιστήμονα προς τον σκοπόν καθορισμού της αξίας της, άνευ ουδεμίας επιβαρύνσεως του Κληροδοτήματος, παρασχεθησομένου ούτω εις τους εκτελεστάς της διαθήκης, ήτοι εις τα Δημοτικά Συμβούλια Κέρκυρας και Πρεβέζης και τους Σεβ. Μητροπολίτας Κερκύρας και Πρεβέζης των απαραιτήτων στοιχείων δια περαιτέρω ενεργείας προς διάθεσιν της συλλογής ταύτης κογχυλίων».
Είναι άγνωστο αν τελικά πραγματοποιήθηκε η αποστολή ειδικού επιστήμονα και αν ναι, ποιο ήταν το πόρισμά της. Φαίνεται όμως ότι η συλλογή δεν πωλήθηκε, όπως προκύπτει από τις αποσπασματικές ενδείξεις που εμφανίζονται για την τύχη της μετά το 1951.
Η πρώτη μαρτυρία χρονολογείται στο 1952 και προέρχεται από τον κερκυραίο λόγιο και ερευνητή Νίκο Λευθεριώτη σύμφωνα με τον οποίον «Στο Μουσείο μας, φυλαγμένη σε κιβώτια, βρίσκεται και η περίφημη συλλογή του [Κονεμένου] από κοχύλια» [*5].
Η επόμενη αναφορά εντοπίζεται σε άρθρο του πρεβεζάνου φιλολόγου Ηλία Βασιλά το 1966, σύμφωνα με το οποίο τα κοχύλια «σώζονται σε κασόνια στο Δημαρχείο της Κέρκυρας»[*6]. Η τελευταία μαρτυρία, που επαναλαμβάνει τα ήδη γνωστά, εντοπίζεται σε άρθρο του γνωστού κερκυραίου μελετητή Κώστα Δαφνή ο οποίος το 1975 αναφέρει: «Για τη συλλογή ξέρουμε ότι έπειτα από πολλά χρόνια εστάλη στο Δήμο Κερκυραίων από την Πρέβεζα, συσκευασμένη σε μεγάλα κιβώτια»[*7].
Τις πληροφορίες που φέρουν τα κοχύλια στην κατοχή του Δήμου δεν πρέπει να τις αγνοήσουμε. Ενδεχομένως να βρίσκονται ακόμα σε κάποιο δημοτικό κτίριο τα «κιβώτια» που αναφέρει ο Δαφνής. Μακάρι το παρόν άρθρο να αποτελέσει την αφορμή να αναζητηθεί η τύχη της εν λόγω συλλογής τα ίχνη της οποίας, όπως καταδείχθηκε παραπάνω, φαίνεται να χάνονται μέσα στο χρόνο και στον χώρο.
[1] Ο Γιώργος Μπάζιος είναι συλλέκτης κοχυλιών και συγγραφέας αρκετών επιστημονικών άρθρων για τα κοχύλια των ελληνικών θαλασσών. Ο Σπύρος Σκλαβενίτης είναι δρ. Ιστορίας, προϊστάμενος του Τμήματος ΓΑΚ Πρέβεζας.
[2]Για τον Καίσαρα Κονεμένο, τη διαθήκη και το κληροδότημα του, βλ. Σ. Σουμαλεύρης, Ευεργέτες και δωρητές της Πρέβεζας, Πρέβεζα, 2017, σ. 248-253, 534-537.
[3]Για τον Νίκο Κονεμένο βλ. ενδεικτικά Γ. Βαλέτας (επιμ.), Κονεμένος Άπαντα, τ. Α΄, Αθήνα, 1965, σ. 11-32. Ν. Δ. Καράμπελας (επιμ.), Ηλία Βασιλά Άπαντα, Πρέβεζα, 2012, σ. 536-577.
[4] Βλ. Κ. Πασαγιάννης, «Φιλολογικαί Φυσιογνωμίαι. Νικόλαος Κονεμένος», Εθνικόν Ημερολόγιον [Κ. Σκόκου], 23, (1908), σ. 351.
[5]Βλ. Γ. Βαλέτας, ο.π., σ. 28.
[6]Βλ. Ν. Δ. Καράμπελας, ο.π., σ. 574.
[7]Βλ. Δαφνής Κώστας, «Ανέκδοτα και άγνωστα κείμενα του Νικολάου Κονεμένου», Νέα Εστία, τ. 91, αρ.1075, (15/4/1972), σ. 511.