Θέμα πρώτον: Σαμαράς! Ισχυρίζεται πως η ανάπτυξη έρχεται. Κοιτάζουμε δεξιά-αριστερά, αλλά ούτε η... Νικολούλη δεν φαίνεται ικανή να τη βρει. Άλλο τα λογιστικά νούμερα, άλλο οι άνθρωποι και οι κοινωνίες. Και ο κ. Σαμαράς μάλλον νομίζει πως είναι έννοιες ταυτόσημες.
Θέμα δεύτερον: Ρεπούση! Όποιος πιστεύει πως μπορεί να εξηγήσει το φαινόμενο «Ρεπούση» ή τι μπορεί να συμβαίνει στο μυαλό αυτής της... μεγαλοκοπέλας, είναι βαθιά «νυχτωμένος». Ισχυρίστηκε λοιπόν η κα. Ρεπούση, πως ο Χορός του Ζαλόγγου είναι εθνικός μύθος. Μάλιστα.
Δηλαδή η κα Ρεπούση που έχει ψηφίσει κάθε αντεργατικό και αντιλαϊκό νόμο, βάζοντας το δικό της «λιθαράκι» ευθύνης, για την τρομακτική κατάρρευση του βιοτικού μας επιπέδου, δεν έχει τίποτα άλλο να ασχοληθεί, παρά με τη θυσία των περήφανων και ηρωικών γυναικών του Σουλίου. Και επειδή τυγχάνει να κατάγομαι από τον ιστορικό πρώην Δήμο Ζαλόγγου (είναι και ο τίτλος της στήλης μου κατά παράξενη σύμπτωση), έχω ακούσει από τους ηλικωμένους τις ιστορίες που τους μετέφεραν οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους, πως η θυσία είναι ιστορική πραγματικότητα. Και όχι μόνο αυτό. Πληθώρα επιστημόνων τεκμηριώνει την αντίθετη άποψη από αυτή της Ρεπούση. Αλλά επαναλαμβάνω: Είναι τουλάχιστον...αφελές να δίνουμε σημασία σε μια κυρία, που έχει απαξιώσει την ίδιο το ρόλο της, με την εν γένει πολιτική της συμπεριφορά.
Αντί λοιπόν ο λόγος της κας Ρεπούση να απαξιώνεται, τα μεγάλα συγκροτήματα των ΜΜΕ, την προβάλλουν για να δημιουργείται το γνωστό πλέον «μπάχαλο». Και δώστου ατάκες «Το έθνος κινδυνεύει», «Θα μας πάρουν τα ιερά και τα όσιά μας» και άλλου τύπου εθνικιστικές υστερίες. Την ιστορία και τους αγώνες που δώσαμε σαν λαός για υψηλά ιδανικά δεν μπορεί να μας τα πάρει κανένας και καμία κα Ρεπούση. Είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας. Αρκεί να ψάξουμε και να τα βρούμε. Να διαβάσουμε ιστορία, να ενημερωθούμε, να μάθουμε, να συνειδητοποιήσουμε και τότε θα κάνουμε ένα βήμα «εμπρός», ώστε να πάψουμε να ασχολούμαστε με την κάθε κα Ρεπούση, η οποία να υπερασπιστεί ένα σοβαρό νομοσχέδιο στη Βουλή, περί καλυτέρευσης της ζωής του απλού λαϊκού ανθρώπου, δεν έχει ασχοληθεί ούτε στο ελάχιστο.
Τα απλά καθημερινά μας παραδείγματα αποδεικνύουν πως δε γεννά φασίστες η ιστορίας μας. Φασίστες γεννά η κοινωνική, οικονομική και ηθική μας κατάντια.
Ας το πάρουμε όμως κι αλλιώς. Οι εθνικοί μύθοι υπάρχουν πάντα για να πλαισιώνουν την ιστορία. Σε όλους τους λαούς του κόσμου. Από τις δυτικές ευρωπαϊκές δημοκρατίες, την Ασία, την Αφρική, τις ΗΠΑ, την πρώην Σοβιετική Ένωση. Από την ιστορία παίρνουμε και διδάγματα, πέρα από την ακριβή καταγραφή γεγονότων. Και ο Χορός του Ζαλόγγου συνδέεται με έναν τιτάνιο αγώνα, που ονομάστηκε στην ιστορία Ελληνική Επανάσταση, αλλά περιλαμβάνει νωρίτερα και τους δυναμικούς αγώνες των Σουλιωτών, των Ψαριανών, των Υδραίων ενάντια σε μία πανίσχυρη τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία. Λίγοι εναντίον πολλών. Αδύναμος εναντίον Δυνατού. Μικρός εναντίον μεγάλου. Και τα διδάγματα αυτά δυναμώνουν τους λαούς, δεν γεννούν τον φασισμό.
Αξίζει πάντως να θυμηθούμε εδώ πως η ελληνική Αριστερά, κομμουνιστική και μη, στήριζε ανέκαθεν τη ρητορική της και την πολιτική της, στο Χορό του Ζαλόγγου, την Ελληνική Επανάσταση, τους αγώνες του Λαού για την ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία (βλέπε απολογία Μπελογιάννη, ομιλία Άρη Βελουχιώτη, συνθήματα στο Πολυτεχνείο). Η κα Ρεπούση αλήθεια, ανήκει στην Αριστερά;
Θέμα Τρίτον: Αντιρατσιστικό! Ας ξεκινήσουμε από μερικές παραδοχές. Στη χώρα μας την τελευταία τριετία με αφορμή και την οικονομική κρίση, αυξήθηκαν σημαντικά οι φασιστικές, φασίζουσες συμπεριφορές, όχι μόνο από ομάδες που απέκτησαν και πολιτικούς σχηματισμούς, αλλά και από ευρύτερες ομάδες πολιτών, που... φλερτάρουν με το φασισμό, έστω κι αν δεν το παραδέχονται. Όποιος θεωρεί πως με ένα νομοσχέδιο θα λύσει το πρόβλημα, απλά ας πάει μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας, ας επισκεφτεί σημεία στην επαρχία που «μαγειρεύονται» πράγματα και πολύ σύντομα θα καταλάβει πως ένα νομοσχέδιο τέτοιο (το οποίο με τα λίγα που διάβασα έχει «κενά», που μπορεί να είναι μέχρι και επικίνδυνα), όχι μόνο δε θα καταπολεμήσει τον φασισμό και τις φασίζουσες νοοτροπίες, αλλά θα τον κάνει μέχρι και... δημοφιλή. Στην ελληνική νομοθεσία υπάρχουν δεικλίδες για φασιστικές συμπεριφορές και εγκλήματα, απλά δεν εφαρμόζονται. Ο Νίκος Μπογιόπουλος στην διαδικτυακή εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου
ανέλυσε εξαιρετικά, για ποιους λόγους δεν καταπολεμάται στη ουσία του με ένα νομοσχέδιο ο φασισμός και ο ρατσισμός. Το νομοσχέδιο πρέπει να ακολουθεί τη συνολική πολιτική ενάντια στον ρατσισμό και όχι να προηγείται αυτής.
Το πρόβλημα είναι πως κλείνουμε τα μάτια και ορισμένοι, ίσως και ηθελημένα.
Δεν ήξερε κανείς σε αυτή τη χώρα πως υπάρχει Μανωλάδα και... Μανωλάδες;
Δεν ήξερε κανείς σε αυτή τη χώρα ότι φασιστικές συμμορίες τριγυρίζουν στο κέντρο της Αθήνας;
Δεν ήξερε κανείς σε αυτή τη χώρα ότι τις κουκούλες δεν τις φοράνε μόνο διαδηλωτές;
Δεν ήξερε κανείς σε αυτή τη χώρα ότι στα σώματα ασφαλείας υπάρχουν φιλοχουντικά και νεοφασιστικά στοιχεία;
Δεν ήξερε κανείς ότι η αστειότητα του κ. Δένδια με τα Κέντρα Συγκέντρωσης Μεταναστών δε θα λύσει το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης;
Δεν ήξερε κανείς σε αυτή τη χώρα ότι πρώτος ο κ. Σαμαράς -και όχι η Χρυσή Αυγή- προεκλογικά, είχε τονίσει πως θα ζητηθούν καταστάσεις αλλοδαπών μαθητών σε παιδικούς σταθμούς;
Πέρα από αυτό, απλά να αναφέρω ότι οι διαφωνίες των κομμάτων πάνω στο ζήτημα του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, είναι μια απλή «φαρσοκωμωδία», ειδικά στα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης. Εντελώς προσωπική άποψη. Τα Media ωστόσο τη θεωρούν πολύ σπουδαία είδηση.
Θέμα Τέταρτον: Ρουφιανιά! Πάντα σε κάθε κοινωνία, ιδιαίτερα στις μικρές, υπάρχουν και οι... ρουφιάνοι. Λίγο-πολύ όλοι ξέρουμε τι εννοούμε με αυτό.
Ο Γερμανός λουθηρανός πάστορας, είχε πει κάτι που έμελλε να μείνει στην ιστορία:
«Όταν οι Ναζί πρώτα πήραν τους Εβραίους, καθώς δεν ήμουν Εβραίους, δε με ένοιαζε.
Έπειτα πήραν τους κομμουνιστές, μα καθώς δεν ήμουν κομμουνιστής, δε με ένοιαζε.
Μετά πήραν τους εργάτες, μα καθώς δεν ήμουν εργάτης, πάλι δε με ένοιαζε.
Πιο μετά πήραν τους διανοούμενους, μα καθώς εγώ δεν ήμουν διανοούμενος, ούτε αυτό με ένοιαζε.
Έπειτα πήραν τους παπάδες, μα καθώς δεν ήμουν παπάς δε με ένοιαζε. Τώρα που έρχονται να πάρουν εμένα, είναι πια πολύ αργά».
Χειρότεροι από τους ίδιους τους ρουφιάνους, είναι εκείνοι που χτυπάνε... παλαμάκια. Εκείνοι που ακούν παθητικά και δεν παίρνουν θέση, αλλά γνέφουν καταφατικά το κεφάλι. Αποδέχονται τη ρουφιανά ως αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής τους ύπαρξης.
Αυτό λοιπόν υπάρχουν και κάποιοι που δε το ανέχονται.
ΥΓ: Η σιωπή δεν είναι και αδυναμία! Όποιος πιστεύει πως είναι, γελιέται... Σε αυτό το Νομό όλοι γνωριζόμαστε. Δυστυχώς για κάποιους...