[1]
Ακολουθούμε εδώ και πέντε χρόνια, τα διάφορα προγράμματα «διάσωσης» της οικονομίας μας, εφαρμόζουμε τις συνταγές της τρόικας βουλιάζοντας όλο και περισσότερο στο τέλμα της ύφεσης και της αύξησης του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.(Αφού το ΑΕΠ της χώρας βρίσκεται σε συνεχή πτωτική πορεία).
Η κυβέρνηση Τσίπρα ετοιμάζεται να υπογράψει μια νέα συμφωνία, τη στιγμή που σε όλους τους τόνους τα κυβερνητικά στελέχη δηλώνουν ότι δεν την πιστεύουν, αλλά υποτάσσονται σ’ αυτή επειδή «ασκήθηκαν αφόρητοι εκβιασμοί» από τους δανειστές- εταίρους μας. Ο υπουργός της δικαιοσύνης έφτασε να πει στη συνεδρίαση της βουλής, στις 22/7, ότι δεν πιστεύει στη μεταρρύθμιση του κώδικα πολιτικής δικονομίας, αλλά είναι υποχρεωμένος να μη δεχτεί αλλαγές, διότι έτσι προβλέπεται από τη συμφωνία στο Eurosummit. Ο υπουργός οικονομικών δήλωσε στη βουλή ότι δεν είναι σίγουρος ότι έκανε το σωστό.
Και προχωράμε όλοι μαζί σε μια «προδιαγεγραμμένη» καταστροφή πορεία...
Γιατί; Τι φταίει σε όλα αυτά; Μπορούμε να πορευτούμε εντός της ευρωζώνης και να λύσουμε τα προβλήματα της χώρας και της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων; Μπορούμε εντός της ευρωζώνης να κατορθώσουμε να επιλύσουμε το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας; Είναι δυνατό να γίνει παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας μας;
Εδώ μπαίνει ένα πολύ μεγάλο ζήτημα το οποίο παρά τη μεγάλη κρίση που βιώνουμε, δεν έχουμε τολμήσει να αντιμετωπίσουμε, μολονότι το βρίσκουμε συνεχώς μπροστά μας: τα οικονομικά δεν είναι μια ακριβής «επιστήμη», όπως π.χ. οι φυσικές επιστήμες. Εάν πετάξεις μια μπάλα στον αέρα δεν υπάρχει περίπτωση να μη πέσει στο έδαφος οι νόμοι της βαρύτητας δεν επιδέχονται αλλαγές. Το αν όμως μια οικονομία περάσει σε κατάσταση ύφεσης δεν είναι νομοτέλεια, εξαρτάται από την πολιτική που εφαρμόστηκε. Το αν μια χώρα έχει χαμηλό ή μεγάλο πληθωρισμό πάλι εξαρτάται από την ακολουθούμενη πολιτική που εφαρμόζεται. Το αν το χρέος μιας χώρας είναι, ας πούμε, το 200% του ΑΕΠ της δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι δεν είναι βιώσιμο, εξαρτάται από τη φύση αυτού του χρέους (Ιαπωνία). Και το σημαντικότερο από όλα: δεν είναι απαραίτητο να είμαστε «οικονομολόγοι» για να πάρουμε μια πολιτική απόφαση για την πορεία της χώρας μας. Φυσικά για την εφαρμογή αυτής της απόφασης – που εμείς ως λαός πήραμε – θα χρειαστούν «ειδικοί» να την εφαρμόσουν, αλλά δεν θα πάρουν την απόφαση αυτοί. Ο λαός και μόνον ο λαός μπορεί να την πάρει.
Επί πέντε χρόνια λοιπόν ακολουθείται μια πολιτική, που όλοι βλέπουμε ότι έχει καταστροφικά αποτελέσματα και οδηγεί σε συνεχή αδιέξοδα. Επί πέντε χρόνια, τα ΜΜΕ αλλά και το πολιτικό προσωπικό δεν επέτρεψαν να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση για τα προβλήματα της χώρας. Φωνές και ανούσιες κοκορομαχίες στα «τηλεπαράθυρα» αυτό ήταν το επίπεδο της ενημέρωσης όλα αυτά τα χρόνια. (Αυτός είναι και ο λόγος που τα ΜΜΕ έχουν φτάσει σε πλήρη ανυποληψία).
Καιρός λοιπόν να αρχίσουμε τη συζητηση, ξεκινώντας από τις «αρχιτεκτονικές αδυναμίες» του ευρώ.
Το 1998 ο οικονομολόγος Randal Wray, κυκλοφόρησε το βιβλίο του “Understanding modern money”(‘Κατανοώντας το σύγχρονο χρήμα’). Στο βιβλίο αυτό, εκτός των άλλων, γίνεται και μια εκτίμηση για την ΟΝΕ και την εισαγωγή του ευρώ από την πρώτη ομάδα χωρών που αχημάτισαν τότε την ευρωζώνη – μεταξύ αυτών και τη χώρα μας.
Στο βιβλίο αυτό αναφέρεται ότι, στη σχεδιαζόμενη – τότε – ΟΝΕ, η νομισματική πολιτική (μιας χώρας που θα συμμετάσχει σ’αυτήν) θα χαράζεται ανεξάρτητα από τη δημοσιονομική πολιτική της, με μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας της νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της σταθερότητας των τιμών (και άρα χαμηλού πληθωρισμού). Τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής θα τον έχει η ΕΚΤ.
Η δημοσιονομική πολιτική, (δηλαδή οι δημόσιες δαπάνες και τα φορολογικά έσοδα) θα είναι μεν κάτω από τον έλεγχο των κρατών μελών της ευρωζώνης, αλλά θα ελέγχονται από τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ. (Τα οποία ποτέ δεν πληρούσαμε…)
Καταλήγοντας ο Wray, εκτιμά ότι η σχεδιαζόμενη εφαρμογή της ΟΝΕ και η υιοθέτηση του κοινού νομίσματος του ευρώ, θα είναι το πρώτο παγκόσμιο πείραμα, όπου επιχειρείται να σπάσει ο κρίκος ανάμεσα σε μια χώρα και το νόμισμά της. Αυτό θα ισοδυναμεί σα να προσπαθεί κάθε χώρα-μέλος της ευρωζώνης να εφαρμόσει δημοσιονομική πολιτική … με (ξένο) συνάλλαγμα. Σε περίπτωση που πρέπει να χρηματοδοτήσει τα ελλείματά της απαιτείται να δανείζεται σ’ αυτό το συνάλλαγμα σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς…
Μια ωραία πρωΐα λοιπόν, ο κ. «Λεφτά υπάρχουν» Γιώργος (Γιωργάκης) Παπανδρέου βρέθηκε σε πλήρη αδυναμία να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα της ελληνικής οικονομίας, λόγω των απαγορευτικών επιτοκίων της αγοράς…και τότε άρχισε το κακό…
(Συνεχίζεται.)