Είμαστε στα 1948.
Η Ευρώπη έχει αναδυθεί από ένα καταστροφικό Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Γερμανία – κατεξοχήν υπεύθυνη του πολέμου – βρίσκεται σε αποσύνθεση, χωρισμένη σε δύο ζώνες κατοχής μια των Αγγλο-αμερικανών και μια των Σοβιετικών· το πάλαι ποτέ «χιλιόχρονο Ράιχ» κείτεται σε σωρό ερειπίων, ενώ η γερμανική κοινωνία όφειλε να αντιμετωπίσει κατάματα τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος, που ως τότε προσποιούνταν ότι αγνοούσε. Δεν υπήρχε καν γερμανικό κράτος και οι νικητές είχαν να εκτιμήσουν πώς θα ανασυσταθεί.
Η μισή Ευρώπη είχε περάσει στη σφαίρα επιρροής της – τότε κραταιάς – ΕΣΣΔ και είχαν εγκαθιδρυθεί «λαϊκές δημοκρατίες» στις χώρες που βρίσκονταν υπό τη στρατιωτική κατοχή του «Κόκκινου Στρατού», όπως ο Ανατολικός τομέας της ίδιας της Γερμανίας. Στην Κίνα, την πιο πολυάνθρωπη χώρα της ανθρωπότητας, ο «Λαϊκός Στρατός» – υπό τον Μάο Τσε Τουνγκ ήταν έτοιμος να κατακτήσει την εξουσία, εκδιώκοντας τον «εθνικιστή» Τσανγκ Κάι Σεκ στη Φορμόζα (σημερινή Ταϊβάν). Από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, μόνο η χώρα μας είχε να περάσει ακόμη την τραγωδία του εμφύλιου πολέμου…
Οι ΗΠΑ, ενισχυμένες μετά τον πόλεμο όσο ποτέ, είναι έτοιμες να αναλάβουν τα ηνία της ηγεμονίας του «καπιταλιστικού στρατοπέδου» από την παραπαίουσα Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου να ανταγωνιστούν, με κάθε δυνατό τρόπο, το «σοσιαλιστικό στρατόπεδο»· ο Ουίνστων Τσώρτσιλ εκφωνεί την ιστορική φράση ότι μεγάλο μέρος της Ευρώπης καλύπτεται από ένα «σιδηρούν παραπέτασμα», φράση που εγκαινιάζει μια νέα εποχή για την ανθρωπότητα: την εποχή του «ψυχρού πολέμου».
Οι ΗΠΑ προκειμένου να ανακόψουν την αυξανόμενη σοβιετική επιρροή, εκπονούν το «Σχέδιο Μάρσαλ», ένα σχέδιο εκτεταμένης οικονομικής «βοήθειας» στις κατεστραμμένες από τον πόλεμο ευρωπαϊκές χώρες, καθώς κυρίαρχη οικονομική αντίληψη ήταν τότε η αντίληψη του άγγλου οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ Κέινς, ο οποίος συμμετείχε ενεργά στην οικοδόμηση των οικονομικών εργαλείων του Δυτικού καπιταλισμού της μεταπολεμικής εποχής: το νέο σύστημα νομισματικών ισοτιμιών του Μπρέντον Γούντς, τη Διεθνή Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Το 1948 ένα Επιστημονικό Συμβούλιο, που απαρτίζονταν από Γερμανούς και λειτουργούσε στην ζώνη ελέγχου των Αγγλο-αμερικανών (Bi-Zone), ζητούσε να μην υπάρχει κανένας έλεγχος στις τιμές των αγαθών, να υπάρξει πλήρης απορρύθμισή τους και να εξισωθούν με τις τιμές που ίσχυαν παγκοσμίως.
Στη συνέχεια ο Λούντβιχ Έρχαρντ [1], που δεν ήταν υπεύθυνος του Επιστημονικού Συμβουλίου, αλλά ήταν επιφορτισμένος με την οικονομική διοίκηση – από την πλευρά των Γερμανών – του Αγγλο-αμερικάνικου τομέα, εκφώνησε ένα λόγο [2] στον οποίο στήριξε την άποψη του Επιστημονικού Συμβουλίου, προχωρώντας πιο πέρα: πρέπει να απελευθερώσουμε την οικονομία από κρατικούς ελέγχους, πρέπει να αποφύγουμε τόσο την αναρχία, όσο και τη δημιουργία ενός κράτους-τερμίτη, δήλωσε. Και κατέληξε ότι, μόνο ένα κράτος που κυρώνει τόσο την ελευθερία, όσο και την υπευθυνότητα των πολιτών του, δικαιούται να μιλά στο όνομα του λαού, δηλαδή τον αντιπροσωπεύει. Και όταν ο Έρχαρντ μιλούσε για ελευθερία μιλούσε για οικονομική ελευθερία, για τον περιορισμό κάθε κρατικού ελέγχου στην αγορά.
Αυτά έλεγαν, αυτά πίστευαν αλλά και αυτά εφάρμοζαν στον ίδιο τους το λαό, οι πολιτικοί πρόγονοι της κ. Μέρκελ και του κ. Σόιμπλε. Σε μια κατεστραμμένη Γερμανία, ζητούσαν την απελευθέρωση των τιμών, αρνούνταν ουσιαστικά το σχέδιο Μάρσαλ, που οπωσδήποτε θα ανακούφιζε τον πληθυσμό, αλλά προχωρούσαν και ένα βήμα παραπάνω: ένα κράτος που δεν παρείχε πλήρη ελευθερία στις (οικονομικές) δραστηριότητες των πολιτών του, που δεν τους καθιστούσε «υπεύθυνους», ναι μεν διατηρούσε τα κυριαρχικά του δικαιώματα, αλλά έπαυε να εκπροσωπεί το λαό του. Αυτός ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος που στηρίχτηκε το μεταπολεμικό κράτος στη (Δυτική) Γερμανία.
Κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούμε να αντιληφθούμε σήμερα από πού αντλούσε ο κ. Σόιμπλε το θράσος να δηλώνει την επαύριον της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ το Γενάρη του 2015, να δω τώρα τι θα πει – ο Τσίπρας – στους ψηφοφόρους του, που δεν μπορεί να κάνει αυτά που τους υποσχέθηκε…
Οι σημερινοί Γερμανοί νέο-φιλελεύθεροι ηγέτες, πολιτικοί απόγονοι του Έρχαρντ, ποτέ δεν θεώρησαν τις ελληνικές κυβερνήσεις ως γνήσιους εκπροσώπους του ελληνικού λαού. Τις θεωρούσαν κυβερνήσεις που θέτουν εμπόδια στην πλήρη απελευθέρωση της οικονομίας, και σ’ αυτό ταυτίζονται με τις απόψεις του ΔΝΤ, μολονότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στο γερμανικό και στον αμερικάνικο νέο-φιλελευθερισμό, τις οποίες οφείλουμε να μελετήσουμε. Θεωρούσαν, και θεωρούν, το πολιτικό προσωπικό της χώρας ως μη-αντιπροσωπευτικό του λαού καθώς δεν τον «διαπαιδαγωγεί» στην υπέρτατη – κατ’ αυτούς – αξία της «υπευθυνότητας». Μας το έχουν πει άλλωστε πολλές φορές και με όλους τους τόνους: πρέπει να μάθουμε να ζούμε σύμφωνα με τις δυνάμεις μας…
Αυτό που εμείς θεωρούμε καταστροφή, με όλα τα δεινά που συσσώρευσε στην ελληνική κοινωνία (και οικονομία) η επτάχρονη πολιτική των μνημονίων, γι’ αυτούς είναι η αναγκαία αναμόρφωση της κοινωνίας μας συνολικά, προκειμένου να συνεχίσει η χώρα στην ευρωζώνη και στην ΕΕ που ονειρεύονται, διαφεντεύουν και οικοδομούν βήμα-βήμα.
Πρέπει επιτέλους να πάψουμε να τους βλέπουμε σαν «καρικατούρες», σαν καρτούν με τη στολή των Ες-Ες και τον αγκυλωτό σταυρό: δεν έχουν καμία σχέση με το ναζισμό.
Με λίγα λόγια προκειμένου να αναπτύξουμε μια εναλλακτική διέξοδο είναι απαραίτητο να γνωρίσουμε σε βάθος τις επιδιώξεις, το πολιτικό σχέδιο και τις αρχές διακυβέρνησης του γερμανικού νέο-φιλελευθερισμού, ενός πολιτικού-κοινωνικού ρεύματος που ηγεμονεύει στην ευρωζώνη και στην ΕΕ στις οποίες είμαστε προσκολλημένοι με τόσο πάθος … και έχουμε ακόμη πολύ δρόμο.
[1] Γερμανός χριστιανοδημοκράτης πολιτικός. Διετέλεσε υπουργός οικονομικών στην πρώτη μεταπολεμική Δυτικό-Γερμανική κυβέρνηση του καγκελάριου Κόνραντ Αντενάουερ (1948-1963), και θεωρήθηκε ο «πατέρας» του «Γερμανικού οικονομικού θαύματος». Διαδέχτηκε τον Αντενάουερ στην καγκελαρία το 1963 (1963-1966).
[2] Στοιχεία παρμένα από το βιβλίο του Μισέλ Φουκώ «The Birth of Biopolitics. Lectures at the Collège de France 1978-1979»